Η αδικία συνεχίζεται

Με αφορμή το νομοσχέδιο “Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες” διατάξεις ο ΣΑΤΕΑ καταθέτει τα παρακάτω σημεία κριτικής και προβληματισμού με έμφαση στα ακόλουθα άρθρα. Ειδικότερα:

ΆΡΘΡΟ 02 Δραστηριότητες στην αγγλική γλώσσα στο νηπιαγωγείο
ΣΧΟΛΙΟ:
Ως ΣΑΤΕΑ αφουγκραζόμαστε τους προβληματισμούς των συναδέλφων νηπιαγωγών αναφορικά με τον κίνδυνο σχολειοποίησης του νηπιαγωγείου. Η παρουσία επιπλέον ειδικοτήτων στο πρόγραμμα του νηπιαγωγείου θα εντείνει αυτό τον κίνδυνο και δε συνάδει με τις παιδαγωγικές έρευνες οι οποίες υπογραμμίζουν την ανάγκη ύπαρξης ενός σταθερού προσώπου αναφοράς στην προσχολική ηλικία. Δεν γίνεται καμία πρόβλεψη και αναφορά για τους μαθητές με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Οι υποστηρικτικές δομές των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην προσχολική εκπαίδευση προάγουν την έγκαιρη παρέμβαση και υποστήριξη των μαθητών και τονίζουμε έντονα για ακόμα μια φορά πως οι όποιες νομοθετικές τροποποιήσεις θα πρέπει να στηρίζονται σε ποιοτικούς δείκτες και όχι ποσοτικούς.
ΆΡΘΡΟ 5 Αναγραφή χαρακτηρισμού διαγωγής στους τίτλους σπουδών

ΣΧΟΛΙΟ:

Η επαναφορά της διαγωγής στα απολυτήρια αναφέρεται ως παιδαγωγικό μέτρο για τον εντοπισμό προβλημάτων συμπεριφοράς και συμβάλλει στην παιδαγωγική αντιμετώπιση.
Αυτό το μέτρο σίγουρα δεν αποτελεί παιδαγωγικό. Ο εντοπισμός των προβλημάτων συμπεριφοράς και πολύ περισσότερο η αντιμετώπισή τους πραγματοποιείται με πολύ στοχευμένα και οργανωμένα προγράμματα βασισμένα στην παιδαγωγική έρευνα, κάτι που ο συντάκτης της έκθεσης μάλλον αγνοεί. Αυτό το μέτρο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τους σκοπούς περί αντιμετώπισης και πρόληψης προβληματικής συμπεριφοράς στο άρθρο 38 του νομοσχεδίου. Δεν υπάρχει κανένα επιστημονικό δεδομένο που να υποστηρίζει πως η απομάκρυνση από το σχολείο οδηγεί σε βελτίωση της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς των μαθητών.

ΆΡΘΡΟ 38 ΘΕΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ

ΣΧΟΛΙΟ:

Μελετώντας την αιτιολογική έκθεση στεκόμαστε σε κάποια σημεία αυτής που χρήζουν σχολιασμού. Σε αυτήν αναφέρεται πως σκοπός δεν είναι να υποκαταστήσει υφιστάμενους θεσμούς αλλά να λειτουργήσει συμπληρωματικά και ενισχυτικά.
Το σύνολο των αρμοδιοτήτων που παρατίθενται στη συνέχεια δείχνει πως ουσιαστικά σκοπός είναι να τους υποκαταστήσει και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν συμπληρωματικές. Ακόμα όμως και αν δεχτούμε τη συμπληρωματική φύση του θεσμού αυτό σημαίνει πως εντοπίζονται αδυναμίες στους υφιστάμενους θεσμούς τους οποίους όμως η πολιτεία προφανώς δεν έχει σκοπό να ενισχύσει με τρόπο που να λειτουργούν πλέον απρόσκοπτα. Ενδεικτικό παράδειγμα θα μπορούσε να αποτελέσει το ΕΣΠΑ για πρόσληψη σχολικών ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών οι οποίοι συνδράμουν το εκπαιδευτικό έργο στην Αθμια και Βθμια Εκπ/ση με διεπιστημονική συνεργασία. Εφόσον αξιολογηθεί ότι το εν λόγω πρόγραμμα έχει θετικό αντίκτυπο σε μαθητές – εκπαιδευτικούς – γονείς οφείλει να παραταθεί βραχυπρόθεσμα η χρηματοδότησή του και να προταθεί για το εγγύς μέλλον, επίσης, η κατοχύρωση της παρουσίας των εν λόγω ειδικοτήτων σε μόνιμη βάση σε κάθε σχολείο, παρά να επιχειρείται έμμεσα να αντικατασταθεί από τον εκπαιδευτικό εμπιστοσύνης.
Στη συνέχεια αναφέρεται πως στόχος είναι να καλλιεργηθούν πιο συστηματικά οι γνώσεις και δεξιότητες ορισμένων εκπαιδευτικών για την προληπτική ανίχνευση ή/και αμεσότερη και συνεκτικότερη παρακολούθηση και αντιμετώπιση παιδαγωγικών θεμάτων συνθετότερης φύσης… Οι δεξιότητες που αφήνει να εννοηθεί είναι απαραίτητες πλέον σε όλους τους εκπαιδευτικούς .Για ποιο λόγο περιορίζεται στην καλλιέργεια αυτών μόνο για ΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ εκπαιδευτικούς ;
Η προληπτική ανίχνευση για τα θέματα που αναφέρει παρακάτω μπορεί να πραγματοποιείται από τον εκάστοτε εκπαιδευτικό τάξης και σίγουρα θα πρέπει πάντα να αφορά το σύνολο του προσωπικού του σχολείου. Η συνεκτική παρακολούθηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με την παροχή πρωτοκόλλων παρατήρησης και παρακολούθησης προς τους εκπαιδευτικούς. Στη συνέχεια τα στοιχεία αυτά μπορούν να αξιοποιηθούν από το σύλλογο διδασκόντων για τον σχεδιασμό προγραμμάτων πρόληψης είτε αυτά αφορούν ψυχοσυναισθηματικά θέματα είτε μαθησιακά. Στη συνέχεια ως προς τις αρμοδιότητες γράφει:
Πρόκειται για εκπαιδευτικό της σχολικής μονάδας ευθύνης του, ο οποίος αναλαμβάνει καθήκοντα παροχής συμβουλών και παιδαγωγικής υποστήριξης προς τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς/κηδεμόνες, τα κρούσματα ενδοσχολικής βίας, θέματα ακραίων συμπεριφορών, συμπερίληψης και ενσωμάτωσης, μαθησιακών δυσκολιών…Ακυρώνεται ο ρόλος του δασκάλου τάξης και ταυτόχρονα επιλέγεται ένα μοντέλο μη πρακτικό αφού είναι διαφορετικό να υποστηρίζει κάποιος 20-25 μαθητές με τους γονείς τους και άλλο τουλάχιστον 140 (ορίζονται δύο εκπαιδευτικοί με δυνατότητα αυξομείωσης). Επίσης, η επαφή μαθητή- δασκάλου και γονιού- δασκάλου είναι διαφορετικής φύσης από αυτήν που μπορεί να υπάρξει με οποιοδήποτε άλλο μέλος του προσωπικού. Ο μαθητής πρέπει να έχει την άνεση να απευθύνεται και να νιώθει ότι υποστηρίζεται από τον κάθε εκπαιδευτικό του σχολείου που φοιτά, ειδάλλως υπάρχει κίνδυνος για αρνητική διάκριση εις βάρος των υπόλοιπων εκπαιδευτικών καθώς και υποβάθμισης της σχέσης εμπιστοσύνης που οφείλει να δημιουργείται με κάθε εκπαιδευτικό ξεχωριστά. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά σχολεία στελεχώνονται σε μεγάλο βαθμό από αναπληρωτές, υπάρχει ισχυρή πιθανότητα την επόμενη σχολική χρονιά ο εν λόγω επιμορφωμένος εκπαιδευτικός να μην υπηρετήσει στην ίδια σχολική μονάδα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάγκη έναρξης της όλης διαδικασίας από μηδενική βάση. Ο διευθυντής του σχολείου, ο υποδιευθυντής και ο δάσκαλος τμήματος μπορούν να αποτελούν ομάδα υποστήριξης όπως συμβαίνει και τώρα. Αν η πρόθεση είναι να υπάρξει συστηματικότερη αποτύπωση αυτών των προσπαθειών τα πρωτόκολλα καταγραφής μπορούν να αποτελέσουν οδηγό για όλους τους εκπαιδευτικούς.

Όσον αφορά τα κρούσματα ενδοσχολικής βίας αυτά αντιμετωπίζονται με συγκεκριμένη σειρά ενεργειών από ολόκληρη τη σχολική μονάδα. Το πρώτο επίπεδο αντιμετώπισης είναι η πρόληψη. Για να είναι επιτυχημένη, απαιτείται η συμμετοχή όλου του προσωπικού ακόμα και του μη εκπαιδευτικού. Το δεύτερο επίπεδο αφορά την αντιμετώπιση. Ομοίως αναγκαία είναι η γνώση και συμμετοχή όλου του προσωπικού.Τα κρούσματα συμβαίνουν εντός και εκτός σχολείου. Στα διαλείμματα όπου παρατηρούνται τα περισσότερα κρούσματα υπεύθυνοι είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί και όχι μεμονωμένα άτομα. Είναι διαφορετικός ο χειρισμός που μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον/την δάσκαλο/α τάξης με τον οποίο ήδη έχει χτιστεί σχέση εμπιστοσύνης. Αν αναφερόμαστε σε ακραίες περιπτώσεις εκφοβισμού τότε απαραίτητοι κρίνονται άλλοι θεσμοί όπως η εδεαυ και σίγουρα ειδικότητες ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών. Αν δούμε το προφίλ μαθητών που ασκούν ή δέχονται bullying σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα θα παρατηρήσουμε εύκολα πως πίσω από τον καθένα υπάρχουν κοινωνικοοικονομικές δυσκολίες αλλά και ενδοοικογενειακά προβλήματα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με τους όρους συμπερίληψη και ενσωμάτωση πλέον αναφερόμαστε σε συνολική ενσωμάτωση διαφορετικών ομάδων και όχι μόνο ΑμεΑ. Και πάλι όλο το προσωπικό οφείλει και πρέπει να μπορεί να τα διαχειριστεί μετά από κατάλληλη επιμόρφωση σε τέτοιου είδους ζητήματα. Ο τομέας της ανίχνευσης, αντιμετώπισης και λήψης αποφάσεων για μαθησιακά ζητήματα και ειδικότερα για μαθητές με εεα ή και αναπηρία δεν μπορεί να αποτελέσει αρμοδιότητα άλλου πέρα από τον εκπαιδευτικό του τμήματος ένταξης σε συνεργασία με τον εκάστοτε εκπαιδευτικό της τάξης του μαθητή. Είναι οι μόνοι που έχουν πλήρη και σαφή εικόνα του μαθητή και οι εκπαιδευτικοί εαε είναι οι πλέον εξειδικευμένοι για την υποστήριξη μαθητών, εκπαιδευτικών και δασκάλων . Ο ρόλος τους πάντα ήταν και θα παραμείνει πολυδιάστατος στον τομέα αυτό όπως και ορίζεται από το καθηκοντολόγιο των εκπαιδευτικών εαε. Συνολικά οι αρμοδιότητες αυτές αποτελούν αρμοδιότητες άλλων ειδικοτήτων. Υπάρχουν θεσμοί που υπολειτουργούν αντί να ενισχυθούν και να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος τους.
Τελευταίο σημείο σχολιασμού αποτελεί ο προσδιορισμός προσόντων, και καθηκόντων με υπουργικές αποφάσεις. Αυτό δείχνει πρόθεση για αποφάσεις κατά το δοκούν και όχι έναν οργανωμένο, μακροχρόνιο σχεδιασμό για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που καλείται να διαχειριστεί ο εκπαιδευτικός εμπιστοσύνης.

ΆΡΘΡΟ 42 Διπλή μοριοδότηση εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας
ΣΧΟΛΙΟ:
Η προσθήκη της φράσης “ανά κλάδο” αναφορικά με την προσμέτρηση της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας χρειάζεται αναδιατύπωση διότι δεν προβλέπει τη μη μεταφορά προϋπηρεσίας από την Πρωτοβάθμια Γενική Εκπ/ση στην Πρωτοβάθμια ΕΑΕ. Για άλλη μία φορά γίνεται διαχωρισμός και δεν αντιμετωπίζονται με ενιαίο τρόπο οι εκπαιδευτικοί των κλάδων ΠΕ61 (νηπιαγωγοί) και ΠΕ71 (δάσκαλοι).
Είναι θετική η διπλή μοριοδότηση προϋπηρεσίας σε δυσπρόσιτες σχολικές μονάδες, ωστόσο βλέπουμε ότι ανά τακτά χρονικά διαστήματα καταργείται ή επανέρχεται ως διάταξη. Προτείνεται να υπάρχει πάγια – σταθερή πολιτική απόφαση-θέση για το εν λόγω ζήτημα. Ακόμα, εξακολουθεί να υπάρχει το ανώτατο όριο των 120 μονάδων εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας, γεγονός που απαξιώνει την εκπαιδευτική προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών στα δημόσια ελληνικά σχολεία. Ως ΣΑΤΕΑ είχαμε ασκήσει διεξοδικά κριτική επί του συγκεκριμένου ζητήματος σε σχετικό δελτίο τύπου (30/12/2018) και συγκεκριμένα: “…ΔΕΝ πρέπει να τίθεται περιορισμός στην προσμέτρηση της προϋπηρεσίας. Αναφαίρετο δικαίωμα κάθε συναδέλφου η αναγνώριση και η προσμέτρηση του συνόλου της προϋπηρεσίας για τον διορισμό στον κλάδο του/ στην ειδικότητά του. Ως προς την προϋπηρεσία: Η προϋπηρεσία σε συγκεκριμένο κλάδο αποτελεί απόδειξη διδακτικής εμπειρίας σε αυτόν και πρέπει να αναγνωρίζεται και να προσμετράται μόνο στον συγκεκριμένο κλάδο στη διαδικασία μόνιμου διορισμού. Στο εν λόγω νομοσχέδιο δεν τίθεται κανένας περιορισμός για τη μεταφορά της προϋπηρεσίας από κλάδο σε κλάδο. Έτσι, για παράδειγμα, μπορεί κάποιος συνάδελφος ΠΕ70 να μεταφέρει την προϋπηρεσία του στον πίνακα της ΕΑΕ, εφόσον κατέχει τα τυπικά προσόντα… Αυτό αποτελεί μεγάλη αδικία και άνιση μεταχείριση μεταξύ των εκπαιδευτικών, καθώς κάθε κλάδος έχει τις δικές του τελείως διαφορετικές εκπαιδευτικές συνθήκες, που επιβάλλουν την προσμέτρηση μόνο αυτής της προϋπηρεσίας… ”. Επανερχόμαστε στο πάγιο αίτημα σύμφωνα με το οποίο διεκδικούμε “καθαρούς πίνακες” για τους κλάδους ΠΕ61 και ΠΕ71, με βάση το πτυχίο και τη συνολική προϋπηρεσία που αποκτήθηκε στους πίνακες αυτούς.

ΆΡΘΡΟ 44 Θέματα πρόσληψης αναπληρωτών εκπαιδευτικών και μελών Ε.Ε.Π και Ε.Β.Π.
ΣΧΟΛΙΟ:
Επανέρχεται η τιμωρητική διάταξη για τους υποψήφιους εκπαιδευτικούς οι οποίοι συχνά καλούνται λίγες ημέρες πριν τη φάση των προσλήψεων και συχνά με πολλές πρακτικές και οικονομικές δυσκολίες να αποφασίσουν αν ρεαλιστικά τους συμφέρει να αποδεχτούν ή να απορρίψουν για ποικίλους λόγους την εν λόγω πρόσληψη. Στην περίπτωση ιδίως των συναδέλφων της Βθμιας εκπ/σης αυτή η διάταξη θεωρείται ιδιαίτερα προβληματική, καθώς συχνά οι συνάδελφοι προσλαμβάνονται ως ωρομίσθιοι με 9 ώρες και δεν μπορούν να παραιτηθούν και να προσληφθούν ως αναπληρωτές για τα δύο επόμενα έτη.

ΆΡΘΡΟ 47 Θέματα Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης
ΣΧΟΛΙΟ:
Φαίνεται ότι επιχειρείται να δημιουργηθεί -για μια ακόμα φορά- ένα ιδιαίτερο καθεστώς υπηρεσιακών μεταβολών στην ΕΑΕ σε σχέση με τα όσα ισχύουν ως τώρα στην υπόλοιπη Γενική Εκπαίδευση (Αθμια και Βθμια – βλ. ν.4186/2013) με τη δικαιολογία ότι προτεραιότητα πρέπει να αποτελεί η στελέχωση των Ειδικών Σχολείων που είναι αυτοτελείς δομές ΕΑΕ. Με την διάταξη αυτή δημιουργείται έμμεσος διαχωρισμός των δομών ειδικής αγωγής προεξοφλώντας πως τα τμήματα ένταξης δεν θα στελεχώνονται εξαρχής, υποβαθμίζοντας τη λειτουργία τους και την αναγκαιότητά τους μέσα στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης .Την ίδια στιγμή υποστηρίζουν τουλάχιστον το 10% των μαθητών σε κάθε σχολική μονάδα. Τα τμήματα ένταξης όπως και οι παράλληλες στηρίξεις αλλά και τα ειδικά σχολεία πρέπει να στελεχώνονται από την αρχή της σχολικής χρονιάς για να έχουν ίσες ευκαιρίες όλοι οι μαθητές. Περαιτέρω υπάρχει ο ενδεχόμενος κίνδυνος να μείνουν αστελέχωτα Τμήματα ένταξης εντός ενός ΠΥΣΠΕ και ακυρώνεται το δικαίωμα του εκπαιδευτικού ΕΑΕ να επιλέξει χωρίς περιορισμούς σύμφωνα με τις προσωπικές του προτιμήσεις και ανάγκες τη σχολική μονάδα ΕΑΕ στην οποία επιδιώκει να υπηρετήσει.

ΆΡΘΡΟ 49 Ρυθμίσεις για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

ΣΧΟΛΙΟ:
Σύμφωνα με τη σχετική αιτιολογική έκθεση το Υπουργείο Παιδείας επικαλείται για την προτεινόμενη αλλαγή μεταξύ άλλων ότι σχολικές μονάδες κατά το σχολικό έτος 2019-2020 λειτούργησαν “κατά περίπτωση…με τμήματα υπερβολικά μικρότερα απ’ όσο ορίζουν τα πορίσματα της παιδαγωγικής επιστήμης και οι βασικές παραδοχές της ορθολογικής κατανομής προσωπικού…”. Ως ΣΑΤΕΑ υποστηρίζουμε πως η αύξηση του αριθμού των μαθητών μόνο αρνητική μπορεί να χαρακτηριστεί τόσο για παιδαγωγικούς όσο και για επαγγελματικούς-εργασιακούς λόγους. Κατ’ αρχάς, αναφορικά με τους παιδαγωγικούς λόγους, η μεγαλύτερη αναλογία εκπαιδευτικού μαθητών ανά τμήμα -ιδίως στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση- αποβαίνει εις βάρος των μαθητών λόγω του ότι αναλογεί σε κάθε μαθητή μικρότερος χρόνος και αλληλεπίδραση με τον εκπαιδευτικό για αλληλεπίδραση και αποτελεσματική υποστήριξη σύμφωνα με τις εκάστοτε εκπαιδευτικές ανάγκες των πρώτων. Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη ανομοιογένεια στη σύνθεση των σημερινών τάξεων (λ.χ. διαφορετικό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, εθνικό υπόβαθρο, αλλόγλωσσοι μαθητές, πρόσφυγες, μαθητές με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες), ο εκπαιδευτικός καλείται να ανταποκριθεί σε ένα ευρύ φάσμα εκπαιδευτικών αναγκών, χωρίς την έγκαιρη και πλήρη αλλά απολύτως απαραίτητη πολλές φορές διεπιστημονική στήριξη από τις δομές εκπαίδευσης (ΚΕΣΥ, ΕΔΕΑΥ, Συντονιστή Εκπαίδευσης κ.ά.) και -δυστυχώς- πολύ συχνά δίχως πρόσβαση σε κατάλληλο υλικοτεχνικό εξοπλισμό ή και την ουσιαστική επιμόρφωση. Ένας άλλος παράγοντας που καλούμαστε να λάβουμε υπόψη είναι και η υποδομή των σχολικών κτιρίων, όπου δεν είναι σπάνιο φαινόμενο μαθητές να “στοιβάζονται” σε λίγα τετραγωνικά ή και σε ακατάλληλους χώρους για αίθουσες. Όπως προαναφέρθηκε, ο αρνητικός αντίκτυπος θα αφορά όλους τους μαθητές. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο κρίνουμε γόνιμο να κάνουμε ειδική αναφορά στους μαθητές με αναπηρία / και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (εεα) σε σχέση με τους ήδη γνωστούς περιορισμούς που τέθηκαν με τον νόμο 4452/2017 για τη μείωση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα λόγω συγκεκριμένου αριθμού και είδους διαγνώσεων (διάκριση ποσοτική και ποιοτική μεταξύ εεα και αναπηρίας). Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και την εικόνα από τους εργαζόμενους των ΚΕΣΥ -πλέον- οι διαγνώσεις έχουν αυξηθεί και η ειδική εκπαιδευτική στήριξη (κυρίως μέσω του θεσμού της Παράλληλης Στήριξης) μαρτυρά πως οι μαθητές που εμπίπτουν στον ειδικό μαθητικό πληθυσμό έχουν αυξηθεί. Επομένως, είναι πιθανό στο ίδιο τμήμα να φοιτούν περισσότεροι διαγνωσμένοι μαθητές λόγω αύξησης μαθητών ανά τμήμα. Διερωτόμαστε βάσει των παραπάνω πώς θα διαμορφωθεί το αντίστοιχο εδάφιο σε περίπτωση ισχύος του προτεινόμενου άρθρου του νομοσχεδίου. Αν τροποποιηθεί/ αντικατασταθεί κατ΄αναλογία του προτεινόμενου άρθρου, τότε διαφαίνεται ο κίνδυνος να πληγεί περισσότερο η ΕΑΕ που στελεχώνεται κατά συντριπτική πλειοψηφία εδώ και πολλά έτη από αναπληρωτές.
Ως προς τους επαγγελματικούς-εργασιακούς λόγους, για μια ακόμα φορά γίνεται προσπάθεια να μειωθεί το εκπαιδευτικό προσωπικό στο σχολείο. Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί, όπως αποτυπώνεται σε παλαιότερο νόμο και επί τρίτου μνημονίου (4336/2015), ότι οι αρμόδιες αρχές δεσμεύονται «να ευθυγραμμίσουν τον αριθμό διδακτικών ωρών ανά μέλος του προσωπικού, καθώς και την αναλογία μαθητών ανά μέλος τάξη και ανά εκπαιδευτικό, με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018». Η σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ που ακολούθησε έχει κατακριθεί για μη έγκυρα αποτελέσματα (βλ. έρευνα του Γ. Βαρδαχαλάκη στο https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/205156_i-analogia-mathiton-pros-ekpaideytikoys-stin-ellada-kai-diethnos), τα στοιχεία της οποίας, όμως, χρησιμοποιήθηκαν για την εφαρμογή αντιεκπαιδευτικών πολιτικών εις βάρος μαθητών και εκπαιδευτικών. Ως ΣΑΤΕΑ θεωρούμε ότι η αύξηση του αριθμού των μαθητών σημαίνει ταυτόχρονα αρνητική εξέλιξη τόσο για τους μόνιμους (κινητικότητα-υπηρεσιακές μεταβολές σε άλλα σχολεία για συμπλήρωση ωραρίου) όσο και τους υποψήφιους αναπληρωτές συναδέλφους (μειωμένες προσλήψεις για τα επόμενα σχολικά έτη), κάτι που θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τον οικογενειακό και ατομικό προγραμματισμό πολλών ατόμων, λαμβάνοντας υπόψη κυρίως τον μεγάλο αριθμό των αναπληρωτών που στηρίζουν χρόνια τη δημόσια εκπαίδευση απουσία μόνιμων διορισμών.

Συμπερασματικά, το εν λόγω νομοσχέδιο φαίνεται -μεταξύ άλλων- ότι επιχειρεί με όρους “πρωτοτυπίας και εκπαιδευτικής καινοτομίας” να “διανθίσει” το σχολικό πρόγραμμα των δημόσιων σχολείων, ενώ στην ουσία στοχεύει στη μείωση του εκπαιδευτικού προσωπικού, στη διόγκωση του εκπαιδευτικού έργου με το ίδιο ή και λιγότερο αριθμό εκπαιδευτικών και -εν γένει- στην ποιοτική υποβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης με κινήσεις προχειρότητας και απουσία σωστού παιδαγωγικού σχεδιασμού με την παράλληλη παρουσία μιας τιμωρητικής αξιολόγησης. Για όλους τους παραπάνω λόγους ως ΣΑΤΕΑ ζητούμε την απόσυρση του νομοσχεδίου.

Από το ΔΣ του ΣΑΤΕΑ

Τα σχόλια είναι κλειστά.